Ο Βαρδάρης είναι μια έννοια ταυτόσημη με την πόλη της Θεσσαλονίκης. Δεν είναι μόνο ο αέρας που σαρωτικός και παγωμένος φυσά το χειμώνα, αλλά και μια ολόκληρη περιοχή με τη δική της διαδρομή στην ιστορία της πόλης.
Ήδη από τα Βυζαντινά χρόνια, σημαντικό σημείο ως πύλη και είσοδος στην πόλη ενώ πολύ αργότερα διαμορφώθηκε σε μια «πλατεία». Γύρω του μοναστήρια και οθωμανικά χαμάμ. Καφενεία, όπου οι Οθωμανοί κάτοικοι της πόλης έπιναν τον καφέ τους, κάπνιζαν και άκουγαν αμανέδες. Υπαίθριοι επαγγελματίες και μικροπωλητές που περίμεναν τους διαβάτες να τους εξυπηρετήσουν πριν εισέλθουν στη Σελανίκ. Χάνια που έδιναν στέγη στους ταξιδιώτες για ένα-δύο βράδια πριν συνεχίσουν το μακρύ τους ταξίδι. Αργότερα ο «άγιος Βαρδάρης», όπως χαρακτηρίζεται από συγγραφείς, και η γύρω περιοχή αυτού, έγιναν συνώνυμα μιας ίσως περιθωριακής νοοτροπίας.
Ο Βαρδάρης μετουσιώθηκε σε ένα πολεοδομικό και ιστορικό τοπίο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ερωτικής του πλευράς. Τα βράδια, όταν οι μεροκαματιάρηδες της γειτονιάς τελείωναν τις δουλειές τους, τα χαμηλά «σπίτια» άναβαν τα κόκκινα φώτα και τα «κορίτσια» κάθε ηλικίας και φυλής περίμεναν τους ανυπόμονους εραστές. Από τους φαντάρους του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τους περαστικούς και τους ταξιδιώτες των περασμένων δεκαετιών. Ο Βαρδάρης, συνώνυμος με τις πιο ανείπωτες πλευρές της πόλης και παρά τις σημερινές πολεοδομικές του αλλοιώσεις, υμνήθηκε όσο τίποτα άλλο από συγγραφείς και ποιητές, αφήνοντας ανεξίτηλη την ιστορία του μέσα στην πόλη.